- χάβρα
- η(λ. εβρ.)1. η συναγωγή των Εβραίων.2. οχλαγωγία, θορυβώδης συγκέντρωση.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
χάβρα — η, Ν 1. η συναγωγή τών Εβραίων 2. μτφ. θορυβώδης συγκέντρωση, οχλοβοή («τί χάβρα είναι αυτή;»). [ΕΤΥΜΟΛ. < εβρ. havra] … Dictionary of Greek
οχλαγωγία — η (Α ὀχλαγωγία) [οχλαγωγός] θορυβώδης συνάθροιση πλήθους νεοελλ. 1. συγκέντρωση όχλου που γίνεται με θόρυβο και τείνει στη δημιουργία ταραχών 2. (κατ επέκτ.) θόρυβος που προέρχεται από δυνατές συγκεχυμένες φωνές, οχλοβοή, βαβυλωνία, χάβρα αρχ.… … Dictionary of Greek
συναγωγή — Όρος συγγενής με τον όρο «ναός» που υποδηλώνει τον τόπο της ιουδαϊκής λατρείας. Η σ. δεν πρέπει να συγχέεται με τον Ναό της Ιερουσαλήμ, που ήταν μοναδικός στο Ισραήλ και προορισμένος για τις αιματηρές θυσίες και που καταστράφηκε για τελευταία… … Dictionary of Greek
συναγώγι — το / συναγώγιον ΝΜΑ, και συναγώι Ν [συναγωγός] ο τόπος τής κοινής προσευχής τών Ιουδαίων, η συναγωγή, η χάβρα νεοελλ. φρ. «εβραίικο συναγώ (γ)ι» συγκέντρωση ανθρώπων που θορυβούν ή συζητούν όλοι μαζί και χωρίς τάξη αρχ. 1. συμπόσιο που γίνεται με … Dictionary of Greek
συναγωγή — η 1. συγκέντρωση, μάζεμα: Συναγωγή λέξεων. 2. άθροισμα ατόμων ή πραγμάτων: Στη συναγωγή μίλησε ο αρχηγός τους. 3. τόπος συνάθροισης και κοινής προσευχής των Ιουδαίων, η χάβρα … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
συναγώγι — το η χάβρα … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)